...στον πεζόδρομο της οδού Ακταίου, στο Θησείο, στον ίσκιο της Ακρόπολης, σ' έναν τόπο υψηλού κραδασμού, ιστορίας, μνήμης και πολιτισμού...
Το θέατρο λοιπόν στις τρεις βασικές παραδόσεις του αρχαίου κόσμου, στην Ινδία, στην Αίγυπτο και στην Ελλάδα είναι όχημα υψηλών εσωτερικών Ιδεών. Οι παλαιότερες τελετουργίες όπως οι τελετές φυλετικής μύησης ή μυήσεις ενηλικίωσης αρχέγονων κοινωνιών, έδωσαν την θέση τους στην αναπαράσταση μύθων, όπως στα Ελευσίνια Μυστήρια -μύθος της Δήμητρας και κόρης Περσεφόνης- ή στα αιγυπτιακά μυστήρια -μύθος του Όσιρι-Ίσιδας- και τελικά, στη δημιουργία του μυστηριακού θεάτρου. Τα τελετουργικά αυτά δρώμενα μυστικής προέλευσης ελάμβαναν χώρα ενδεχομένως και χιλιετίες προτού πάρουν την οριστική θεατρική τους μορφή και γίνουν προσιτά υπό μορφή παράστασης, σε μη μυημένους.
Το βέβαιον είναι ότι η θεματολογία αυτών των αναπαραστάσεων αφορούσε την ταλάντωση ενός εκκρεμούς ανάμεσα στις δύο ακραίες θέσεις, σε δύο πύλες, την Γέννηση και τον Θάνατο. Ειδικά το φαινόμενο του θανάτου απασχόλησε τόσο το αρχαίο όσο και το κλασσικό και σύγχρονο θέατρο. Έργα σαν τα Ορφικά και τη Θεογονία του Ησιόδου, τις Πουράνας και τις Ουπανισάδες ή το έπος του Γκιλγκαμές που δίδουν μια εικόνα του Κάτω κόσμου και τα οποία θεωρούνται κυρίως θρησκευτικοφιλοσοφικά αλλά και σπάνιας λογοτεχνικής αξίας κείμενα, παρείχαν άριστο υλικό προς αξιοποίηση θεατρική. Αλλά και οι περιγραφές του Ομήρου στη Νέκυια της Οδύσσειας, όπου ο Οδυσσέας επισκέπτεται τον Κάτω Κόσμο, ενέπνευσαν περισσότερο απ’ οτιδήποτε τους κατοπινούς καλλιτέχνες. Στους Βατράχους του Αριστοφάνη το -405, περιγράφεται το ταξίδι στον Άδη προς αναζήτηση των τραγικών ποιητών ενώ αρκετά αργότερα, ο Λουκιανός (2ος αι+), που τόσο έχει διασκευαστεί για το θέατρο, εκτυλίσσει τους «Νεκρικούς Διαλόγους» του, στο υποχθόνιο βασίλειο του Πλούτωνα. Το θέμα του Ορφέα που κατέρχεται στον Άδη για να πάρει πίσω την αγαπημένη του Ευρυδίκη, συγκίνησε ανά τους αιώνες γλύπτες, μουσικούς, ζωγράφους αλλά και θεατρικούς συγγραφείς. Έτσι, από τους φιλοσόφους και τον Όμηρο, πολλά μυστικά πέρασαν και εμπλούτισαν το έργο των τραγικών, με μυστικά που αφορούν τόσο στον θάνατο όσο και σε άλλα μυστήρια. Όλα αυτά τα έργα -χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Προμηθέας Δεσμώτης του Αισχύλου- αν και συχνά σε ένα πρώτο επίπεδο, είναι αρκετά στατικά, βρίθουν εσωτερικής έντασης, ζωής και ουσίας.
Πράγματι, ο συμβατικός χώρος της ορχήστρας δεν ήταν ούτε είναι ο τόπος μιας παραποιημένης αντιγραφής ζωής, αλλά ο τόπος όπου η ίδια η ζωή βρίσκει πρόσφορο έδαφος και ενσαρκώνει την «εσωτερική» αλήθεια της, θεατρική αδεία, πέρα από περιορισμούς χώρου και χρόνου. Το θέατρο μπορεί να είναι δημιουργία ανθρώπινη που πραγματεύεται πρόσωπα και τη συμβατική τους δράση στο χωρογίγνεσθαι, όμως το πνεύμα του είναι απόλυτα εσωτερικό, μυστηριακό και μεταφυσικό γιατί ξεφεύγει από τα ανθρώπινα στενά μέτρα, θεάται τους ανώτερους κόσμους και επιστρέφει πίσω στη ζωή για να δώσει με εμπιστευτικό τρόπο, τις ιδέες του Δικαίου, του Ωραίου και του Αληθινού. Αυτή είναι η φύση της Αρχαίας θεατρικής πράξης, του «όντως θεάτρου». Είναι θέα τριών κόσμων, ταυτόχρονη θέαση του χονδροειδούς φυσικού κόσμου, του λεπτοφυούς κόσμου και των Ανώτερων Κόσμων όπου κατοικούν οι ανώτερες θείες Οντότητες.
Το μεταφυσικό και εσωτερικό στοιχείο στο θέατρο ανέδειξε στους νεότερους χρόνους τόσο ο μεγάλος διδάσκαλος του θεάτρου Κωνσταντίν Στανισλάβσκι όσο και ο θεατράνθρωπος Αντωνέν Αρτώ, ο οποίος αναφέρθηκε διεξοδικά στη «μεταφυσική στη θεατρική δράση», θεωρώντας πως το θέατρο οφείλει να μην εγκλωβίζεται αποκλειστικά μες στο λόγο -όπως συμβαίνει κυρίως με το θέατρο στη Δύση- αλλά να επιδιώκει και να αναζητά διάφορες μορφές έκφρασης -και εξωλεκτικές-, προκειμένου να αποκαταστήσει την αρχέγονη λειτουργία του, τη θρησκευτική και μεταφυσική του πλευρά, που το συμφιλιώνει με το συμπαντικό γίγνεσθαι.
Οι αρχαίοι τραγικοί και κωμικοί ποιητές ήταν πραγματικά αριστείς στην συμφιλίωση και το σφιχταγκάλιασμα του «εσωτερικού», του άφατου με την κοσμική εκδήλωση και την συνεχή ροή, επί σκηνής. Ο Αισχύλος, Ο Σοφοκλής και ο Ευρυπίδης με τον τραγικό τους λόγο και ο Αριστοφάνης με την καυστική του ματιά και τον έλεγχο του κοινωνικού σώματος της εποχής του, δίδαξαν τί σημαίνει θρησκευτικότητα και απάντησαν μέσα από τα έργα τους, άλλοτε ευθέως κι άλλοτε με εμπιστευτικό τρόπο, στα βασικά φιλοσοφικά ερωτήματα: τι είναι ο Κόσμος, τι είναι ο άνθρωπος και ποιος ο σκοπός της ζωής. Δίδοντας απαντήσεις ή έστω νύξεις σε αυτά τα ερωτήματα, σ’ αυτά τα πανανθρώπινα αιτήματα, διαπαιδαγώγησαν τους ανθρώπους της γενιάς τους αλλά και τις επόμενες γενεές. Γιατί, πράγματι, η αρχαία θεατρική πράξη (και υπό τα τρία είδη στην Αρχαία Ελλάδα: την τραγωδία, την κωμωδία και το σατυρικό δράμα) διακρίνεται για τον παιδαγωγικό της χαρακτήρα.